Τα συμπτώματα που προκαλούνται από τη χρήση ουσιών μπορεί να μοιάζουν με πολλές ψυχικές διαταραχές
Προκειμένου να μιλήσουμε για τις διαταραχές που συνδέονται με τη χρήση και κατάχρηση ουσιών, ας ορίσουμε τι σημαίνει ψυχοτρόπες ουσίες (ή εξαρτησιογόνες ή εθιστικές, όπως παρουσιάζονται στην διεθνή βιβλιογραφία). Αφορούν σε κάθε ουσία, η οποία όταν εισέρχεται σε έναν οργανισμό μπορεί να τροποποιήσει την αντίληψη, την διάθεση, τις γνωστικές και κινητικές λειτουργίες του.
Οι κυριότερες κατηγορίες ουσιών είναι:
- Καπνός
- Καφεΐνη
- Ηρεμιστικά
- Ινδική Κάνναβη (χασίς)
- Όπιο και τα παράγωγά του
- Κοκαΐνη
- Κρακ
- Αμφεταμίνες
- Παραισθησιογόνα
- Συνθετικά
- Εισπνεόμενα
- Αλκοόλ
Οι συνδεόμενες με ουσίες διαταραχές περιγράφονται διεθνώς ως ένα από τα μεγαλύτερα κοινωνικά προβλήματα με επιδημικές διαστάσεις. Αποτελούν δε μερικές από τις δυσκολότερες στην αντιμετώπισή τους ψυχοπαθολογικές καταστάσεις και συνιστούν σημαντική απειλή για την κοινωνική συνοχή, την ευημερία και την ασφάλεια των πολιτών.
Η χρήση ναρκωτικών, ιδιαίτερα μεταξύ των νέων, βρίσκεται σε υψηλά επίπεδα, ενώ το ποσοστό κρουσμάτων HIV/AIDS και άλλων μεταδοτικών νοσημάτων μεταξύ των χρηστών ανεβαίνει συνεχώς. Κατά τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (Π.Ο.Υ.), το 10% του συνολικού αριθμού νοσημάτων οφείλονται στην χρήση ουσιών. Εξάλλου η αναγνώριση, εκτίμηση, ταξινόμηση και αντιμετώπιση του προβλήματος είναι ιδιαίτερα δύσκολη, γιατί τα άτομα υποβαθμίζουν ή παραγνωρίζουν την σοβαρότητά του.
Τα συμπτώματα που προκαλούνται από τη χρήση ουσιών μπορεί να μοιάζουν με πολλές ψυχικές διαταραχές, όπως οι συναισθηματικές, αγχώδεις και ψυχωσικές διαταραχές.
Συνοπτικά, η εξάρτηση (εθισμός) αφορά σε ένα δυσπροσαρμοστικό πρότυπο χρήσης της ουσίας και μπορεί να είναι ψυχική και σωματική. Η ψυχική εξάρτηση χαρακτηρίζεται από την ανεξέλεγκτη, καταναγκαστική παρόρμηση και την μεγάλη επιθυμία για την χρήση της ουσίας, προκειμένου να προκληθεί το αίσθημα της ευχαρίστησης ή να αποφευχθεί η δυσφορία που προκαλεί η στέρησή της.
Η σωματική εξάρτηση χαρακτηρίζεται από την παρουσία σωματικών και ψυχιατρικών συμπτωμάτων όταν η ποσότητα της ουσίας μειώνεται σημαντικά και σε μικρό χρονικό διάστημα. Ο οργανισμός αδυνατεί να λειτουργήσει φυσιολογικά χωρίς αυτή.
Ο εθισμός στις ψυχοδραστικές ουσίες είναι μια πολύπλοκη διαταραχή συμπεριφοράς, υπάρχουν ωστόσο κάποιοι κύριοι παράγοντες καθοριστικοί για την κατάχρηση. Σε ατομικό επίπεδο, υπάρχουν κάποια προδιαθεσικά στοιχεία όπως η προσωπικότητα, η ύπαρξη ψυχοπαθολογίας, ή βιολογικοί παράγοντες που σχετίζονται με την ανοχή στην ουσία και την εγκατάσταση της κατάχρησης. Καταλυτικό ρόλο έχουν και κοινωνικο-περιβαλλοντικοί συντελεστές όπως ψυχο-πιεστικά συμβάντα (ανεργία, οικογενειακά προβλήματα, κ.α.), η διαθεσιμότητα των ουσιών και οι πολιτισμικές στάσεις και πεποιθήσεις επί του θέματος. Έτσι, σε μια προσπάθεια «αυτοθεραπείας», τα άτομα αυτά καταφεύγουν στη χρήση ουσιών τις οποίες και επιλέγουν με βάση την ρυθμιστική επίδραση που έχει στα συμπτώματά τους (πχ. χρήση αλκοόλ σε περιπτώσεις κατάθλιψης).